Ως τεχνολογικά συνδεδεμένη παγκόσμια κοινότητα, έχουμε να αντιμετωπίσουμε τρία δυνατά προβλήματα, από την επιτυχία στην επίλυση των οποίων εξαρτάται η επιβίωση και το μέλλον της ανθρωπότητας: την υπερθέρμανση του πλανήτη, την ποιοτική και ποσοτική απίσχνανση των απαραίτητων για ποιότητα ζωής πόρων (καθαρό νερό και αέρας, τρόφιμα, φάρμακα, ενέργεια) και την επέκταση των διαστημικών ταξιδιών για την μεσο-μακροπρόθεσμη εποίκηση εξωπλανητών σε περίπτωση μη αναστρέψιμης βλάβης των περιβαλλοντικών συνθηκών στη Γη.
Για να λύσουμε αυτά τα προβλήματα, χρειαζόμαστε πολλούς και καλούς μηχανικούς. Εντούτοις, έρευνες δείχνουν πως ακόμα και εξαιρετικά καταρτισμένοι απόφοιτοι φημισμένων πολυτεχνείων αδυνατούν να εφαρμόσουν τις γνώσεις τους στην επίλυση προβλημάτων στον πραγματικό κόσμο.
Προσπαθώντας να κατανοήσουμε γιατί συμβαίνει αυτό το φαινομενικά παράδοξο, επιστρέφουμε στο λίκνο της δομημένης ανθρώπινης νόησης, την παιδική ηλικία, και μελετούμε την πορεία ανάπτυξης της μηχανολογικής σκέψης (engineering thinking) του ατόμου: με ποιους τρόπους το παιδί πειραματίζεται, σχεδιάζει, δρα και ανατροφοδοτείται νοητικά πάνω σε μηχανολογικά προβλήματα από τον πραγματικό κόσμο, πώς διαμορφώνει μέσα στο χρόνο τους τρόπους σκέψης και δράσης που χρειάζεται να έχει ένας καλός μηχανικός.
Η μηχανολογική σκέψη του παιδιού είναι ένας τρόπος να σκέφτεται πάνω στα αντικείμενα και τη φύση, ώστε να μπορεί να συνδυάζει ιδέες και υλικούς πόρους για να παράγει αντικείμενα που είναι καινοτόμα και έχουν αξία• αξία που πηγάζει από την ικανότητά τους να ικανοποιούν μια ανάγκη ή μια επιθυμία και να βελτιώνουν την ποιότητα ζωής της κοινότητας.
Η έρευνα της βιβλιογραφίας στο θέμα δείχνει πως στον πυρήνα του, το engineering είναι μια διαδικασία design. Το design έχει συγκεκριμένη δομή, και η χρήση του νοητικού του κατασκευάσματος σε συγκεκριμένο κοινωνικό και ιστορικό πλαίσιο συνδέεται ισχυρά με την δημιουργικότητα και την τεχνολογική καινοτομία.
Τα ευρήματα από τη μέχρι τώρα έρευνα δείχνουν πως οι καινοτόμες τεχνολογίες, λειτουργώντας εντός του τριγώνου αλληλεπίδρασης “αντικείμενο - κουλτούρα της κοινωνίας - μαθητής” μπορούν να κάνουν τη διαδικασία του design πιο εύκολη, διασκεδαστική, συναρπαστική και αποτελεσματική, βοηθώντας έτσι το παιδί να ξεπεράσει τους φόβους του για τη δυσκολία του αντικειμένου. Έτσι, το παιδί εμπλέκεται ενεργητικά, παράγει αποτελέσματα που το ικανοποιούν με εύκολο τρόπο, και ο συνδυασμός αποτελεσματικότητας, ευκολίας και διασκέδασης, ενισχύουν την εμπλοκή του με το χώρο του design. Με τον τρόπο αυτό, μπορεί να αποκτήσει ισχυρό εσωτερικό κίνητρο μάθησης, τόσο της εξελικτικής πορείας του design και των αρχών που το διέπουν, όσο και, μέσα από τον πειραματισμό με δικά του αντικείμενα, με τους φυσικούς νόμους που λειτουργούν ενισχυτικά ή περιοριστικά στην επίλυση των δικών του προβλημάτων. Μια τέτοια προσέγγιση, της ανάδυσης της επιθυμίας για επαφή με το design, οδηγεί στην καλλιέργεια του παιδιού στις αρχές του engineering, την ανάπτυξη της δικής του ματιάς στη μηχανολογική σκέψη, και τον φυσικό επηρεασμό του κοινωνικού του δικτύου από αυτή του την προσέγγιση στον κόσμο.
Θωμόπουλος Διονύσιος